XVIII
Damu dut ene atzamarren artetik ibai zabal bat isurtzen laga izana
tantarik edan gabe.
Orain harrian hondoratzen naiz.
Pinu txiki bat lur gorrian,
ez daukat beste konpainiarik.
Maite nuen oro desagertu zen desagertzeaz bat etxeak,
berriak iazko udan
eta udazkeneko haizeteak eraitsiak.
ΙΗ’
Λυποΰμαι γιατί άφησα νά περάσει ενα πλατύ ποτάμι μέσα άπό τά δάχτυλά μου / χωρίς νά πιω ουτε μιά στάλα. / Τώρα βυθίζομαι στην πέτρα. / 'Ένα μικρό πεΰκο στο κόκκινο χώμα, / δέν εχω άλλη συντροφιά. / 'Ό,τι άγάπησα χάθηκε μαζί μέ τά σπίτια / πού ήταν καινούργια τό περασμένο καλοκαίρι / καί γκρέμισαν μέ τον άγέρα τοΰ φθινοπώρου.